ελπίς

ελπίς
I
Θεότητα, προσωποποίηση της ελπίδας στην αρχαία Ελλάδα. Σύμφωνα με τη μυθολογία, η Ε., μαζί με την Τύχη και την Ειρήνη, ήταν κόρες του Δία και της Πίστης. Ο Ησίοδος την αναφέρει στον μύθο της Πανδώρας, η οποία, αφού άνοιξε τον πύξο απ’ όπου βγήκαν όλα τα ανθρώπινα δεινά, κατόρθωσε τελικά και τον έκλεισε, ενώ όμως η Ε. βρισκόταν ακόμη μέσα. Ο Σοφοκλής την αποκαλεί «χρυσέα» και αναφέρει ότι ήταν μητέρα της Φήμης. Οι Ρωμαίοι παρέλαβαν τη θεότητα αυτή από τους Έλληνες και την ονόμασαν Σπες (Spes).
II
Τίτλος διαφόρων εφημερίδων. Ιδιαίτερα αξιόλογη υπήρξε η αθηναϊκή εφημερίδα του Κ.Ν. Λεβίδη, που ιδρύθηκε το 1836. Τα άρθρα της, που στην αρχή συντάσσονταν στα ελληνικά και στα γερμανικά, διεκδικούσαν την παραχώρηση συνταγματικών ελευθεριών. Ο εκδότης της φυλακίστηκε για τις ιδέες του και μάλιστα υπήρξε στόχος δολοφονικής απόπειρας. Η έκδοσή της διακόπηκε το 1837 για μία εξαετία. Η κυκλοφορία της εφημερίδας, που γραφόταν πλέον μόνο στα ελληνικά και σπάνια και στα γαλλικά, διακόπηκε οριστικά το 1859.
Με τον ίδιο τίτλο εκδίδονταν και δύο εφημερίδες στη Ζάκυνθο (1873-80) και (1875-97), μία εφημερίδα στη Σμύρνη από τον Πέτρο Κλάδο (1841), που συγχωνεύτηκε τον επόμενο χρόνο με την εφημερίδα Ηριγένεια, μία εβδομαδιαία στη Σύμη (1912) με εκδότη τον Δημοσθένη Χαβιαρά και μία ημερήσια στην Αλεξάνδρεια (Αίγυπτος) από τον Π. Καζώτη (1873-1902), η έκδοση της οποίας συνεχίστηκε αργότερα με τη μορφή περιοδικού. Ε. ονομαζόταν, άλλωστε, και αθηναϊκό μηνιαίο περιοδικό που κυκλοφόρησε το 1947.
* * *
η
βλ. ελπίδα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ἐλπίς — hope fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἐλπὶς γὰρ ἡ βόσκουσα τοὺς πολλοὺς βροτῶν. — См. Надеючись и живут, и мрут …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • ἐλπίδα — ἐλπίς hope fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλπίδας — ἐλπίς hope fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλπίδες — ἐλπίς hope fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλπίδεσιν — ἐλπίς hope fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλπίδεσσι — ἐλπίς hope fem dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλπίδεσσιν — ἐλπίς hope fem dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλπίδι — ἐλπίς hope fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλπίδος — ἐλπίς hope fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”